1822. Η έφοδος θα γινόταν τα χαράματα των Χριστουγέννων με την ελπίδα ότι οι Έλληνες, αγνοώντας το τουρκικό σχέδιο, θα πήγαιναν όλοι στις εκκλησίες και θ’άφηναν αφρούρητο το οχύρωμα. Οι πολιορκημένοι όμως έμαθαν τι ετοιμαζόταν.

Την παραμονή των Χριστουγέννων, ο Γιάννης Γούναρης πληροφορεί τον γραμματέα του Μακρή:
Είμαι χριστιανός και πρόθυμος να πάθω διά την αγάπην του Κυρίου μου. Μη απορήσης και μη δυσπιστήσης είς όσα θ’ακούσης, αν με βλέπης συνοδεύοντα τους εχθρούς του Κυρίου μου. Η γυνή μου και τα τέκνα μου είναι υπό την εξουσία των, και τούτο αρκεί να με δικαιολογήση ενώπιόν σου. Ο Θεός των χριστιανών ηθέλησε να μάθω όσα οι εχθροί μελετούν κατά του λαού του, και περιφέρομαι από πρωίας ως κυνηγός είς σωτηρίαν των ομοπίστων μου. Τρέξε είς την πόλιν και ειπέ ότι οι εχθροί σκοπόν έχουν να εφορμήσωσιν αύριον τα χαράγματα διά της προς ανατολάς πλευράς του οχυρώματος.

Ο γραμματέας ακούγοντας τον Γούναρη έφυγε για την πόλη και ανέφερε τα όσα άκουσε. Οι υπερασπιστές του Μεσολογγίου αμέσως κινητοποιήθηκαν. Οργανώθηκαν χωρίς οι εχθροί να τους υποπτευθούν. Λίγο πριν φέξει άρχισαν σφοδροί πυροβολισμοί. Μετά από τρεις ώρες μάχης, οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν.

Όταν ο Ομέρ Βρυώνης πληροφορήθηκε ότι ο Γούναρης ευθυνόταν για την ήττα των Τούρκων, διέταξε τη σύλληψή του και αφού δεν τα κατάφερε, έδωσε διαταγή και έσφαξαν την οικογένειά του.

Ο Γούναρης αποφασίζει τότε να φύγει από το Μεσολόγγι και να γίνει μοναχός. Εγκαταστάθηκε στην εκκλησία της Παναγίας Ελεούσας στην Κλεισούρα (μεταξύ Μεσολογγίου – Αγρινίου) και αφού φρόντισε την ανακαίνισή της, έμεινε εκεί μέχρι το τέλος της ζωής του, προσφέροντας νερό στους διαβάτες.

Φωτογραφία: @ekklisia1821 | Κήπος των Ηρώων, Μεσολόγγι 2021
Πηγή: Σπυρίδων Τρικούπης, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, έκδοσις τρίτη, τ. Β, Αθήνα, 1888.