Γράφει ο Κωνσταντίνος Χολέβας,  Πολιτικός Επιστήμων.

Στο νέφος των Νεομαρτύρων της Εκκλησίας και των ηρώων της Πατρίδος εξέχουσα θέση κατέχει ο Άγιος Χρυσόστομος, Μητροπολίτης Σμύρνης, ο οποίος βρήκε μαρτυρικό θάνατο στα χέρια του τουρκικού όχλου στις 28 Αυγούστου 1922. Η ζωή του, η παιδεία του, η εθνική δράση του, το εκκλησιαστικό ήθος και το μαρτύριό του τον κατατάσσουν στις μορφές, τις οποίες πρέπει συνεχώς να τιμούμε, να μελετούμε, να προβάλλουμε προς τη νέα γενιά. Η πνευματική παρακαταθήκη του παραμένει πάντα επίκαιρη.

Ο Χρυσόστομος Καλαφάτης, του Νικολάου και της Καλλιόπης, γεννήθηκε το 1867 στην Τρίγλια της Προποντίδος. Ήταν, λοιπόν, Μικρασιάτης εκ καταγωγής. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, χειροτονήθηκε κληρικός  και γρήγορα προήχθη σε Πρωτοσύγκελλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί Κωνσταντίνου Ε΄. Το 1902 εξελέγη Μητροπολίτης Δράμας, Ζιχνών και Φιλίππων. Βοήθησε τον Ελληνισμό της Μακεδονίας στον Μακεδονικό Αγώνα, δηλαδή στον διμέτωπο αγώνα κατά των Τούρκων κατακτητών και των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Λόγω διαφόρων κινδύνων μετέφερε κατά περιόδους την έδρα του από τη Δράμα στην Αλιστράτη Σερρών. Για ένα διάστημα αναγκάσθηκε να μετακινηθεί στη Θεσσαλονίκη.

Το 1909 το Πατριαρχείο τον απομάκρυνε από τη Δράμα κατόπιν οθωμανικών πιέσεων και το 1910 τον εξέλεξε Μητροπολίτη Σμύρνης. Και εκεί η δράση του ενόχλησε τούς Τούρκους, γι’ αυτό και αποσύρθηκε την Κωνσταντινούπολη κατά το διάστημα 1914-1918. Στις 2.5.1919 υποδέχθηκε με Δοξολογία τον Ελληνικό Στρατό, ο οποίος αποβιβάσθηκε στη Σμύρνη με εντολή πενταετούς διαρκείας των Νικητριών Δυνάμεων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. (Μετά τα πέντε έτη θα αποφάσιζε ο τοπικός πληθυσμός με δημοψήφισμα αν η περιοχή Σμύρνης θα παρέμενε υπό ελληνική διοίκηση).  Ο Μητροπολίτης αγωνίσθηκε υπέρ της Εκκλησίας, της Ελληνικής Παιδείας, της νεολαίας και ίδρυσε περιοδικά, σχολεία και αθλητικά σωματεία. Στις 28 Αυγούστου, μετά την αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού και την είσοδο των στρατευμάτων του Μουσταφά Κεμάλ στη Σμύρνη, ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος έγινε ιερόν σφάγιον υπέρ Πίστεως και Πατρίδος.

Τον Νοέμβριο του 1992 η Εκκλησία της Ελλάδος κατέταξε στις αγιολογικές δέλτους τον Εθνοϊερομάρτυρα Χρυσόστομο Καλαφάτη και τους συν αυτώ αναιρεθέντες Ορθοδόξους κληρικούς της Τραγωδίας του Ελληνισμού στη Μικρά Ασία και στον Πόντο. Η μνήμη τους ως Αγίων θα τιμάται κατά την Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, κατόπιν αποφάσεως της Διαρκούς Ιερᾶς Συνόδου του Σεπτεμβρίου 2023. Η σφαγή των Ελλήνων στα Μικρασιατικά παράλια αποκορυφώθηκε τις τελευταίες ημέρες του Αυγούστου με το Παλαιό Ημερολόγιο, άρα στις αρχές Σεπτεμβρίου με το Νέο Ημερολόγιο.

Το μαρτύριο

Στο περιοδικό ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ των Αθηνών δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 1922 η ομιλία του Γάλλου Βουλευτού Σολιέ στη Βουλή της πατρίδας του, στην οποία περιγράφεται το μαρτύριο του Έλληνος Ιεράρχου βάσει των περιγραφών Γάλλων αυτοπτών μαρτύρων. Ας σημειωθεί ότι δεν υπήρξε Έλληνας αυτόπτης μάρτυς λόγω του φόβου που επικρατούσε. Ο Γάλλος Βουλευτής διηγείται:

«Ο (Γάλλος) Πρόξενος κ. Γκραγιέ έσπευσε αμέσως να στείλη ένα απόσπασμα Γάλλων ναυτών εις τον Έλληνα Μητροπολίτην δια να του προτείνη να μεταβή υπό ασφαλή συνοδείαν είτε εις το μοναστήριον του Σακρέ Κερ (σημ. Ρωμαιοκαθολικό) είτε εις το Προξενείον. Ο Ιεράρχης με μίαν θαυμασίαν αυτοθυσίαν, προ της οποίας υποκλίνομαι μετά σεβασμού, καίτοι δεν ανήκεν εις την Εκκλησίαν μας, ηρνήθη να δεχθή οιανδήποτε προστασίαν. «Είμαι εις το μέσον των πιστών μου, απήντησε. Πρέπει να μείνω μαζί τους».

Ενώ η περιπολία μας μετά ΄την άρνησίν του αυτή απεσύρετο, κατέφθασεν ένας Τούρκος αξιωματικός με δύο στρατιώτας, ο οποίος παρέλαβε μεθ’ εαυτού τον Μητροπολίτην. Τον ωδήγησεν εις το ακρότατον σημείον της ευρωπαϊκής συνοικίας, προ του καταστήματος ενός κουρέως. Του εφόρεσαν ένα λευκόν επενδύτην, δια να φαίνεται και από μακρυά καλά το μαρτύριόν του και από εκεί, κύριοι, έλαβε χώραν ένα από τα τρομακτικά εκείνα εγκλήματα, που περιέχει η ιστορία των μεγαλομαρτύρων.

Ο φανατικός όχλος ήρχισε το μαρτύριον με την βιαίαν αποκοπήν της γενειάδος του σεβαστού ιεράρχου. Έπειτα ήρχισαν να τον κτυπούν σε διάφορα μέρη του σώματός του με εγχειρίδια (μαχαίρια). Του έκοψαν έπειτα τα αυτιά και την μύτην. Γυναίκες και άνδρες τυφλωμένοι από τον φανατισμόν συμμετέχουν εις το έγκλημα αυτό. … Ο όχλος έσυρεν έπειτα τον μαρτυρικόν γέροντα εις την τουρκικήν συνοικίαν, τον διεμέλισεν και παρέδωκε τα μέλη του εις τους κύνας.  Ο στρατηγος Νουρεντίν πασάς είχεν ειπή: «Τον παραδίδω εις τον λαόν. Εάν έκαμε καλόν, ο λαός θα του φερθή καλά. Έάν έκαμε κακόν, ο λαός θα του φερθή κακά» .

Παρεμφερής είναι και η αφήγηση του εκ Σμύρνης Ακαδημαϊκού και Αρχαιολόγου Γεωργίου Μυλωνά, ο οποίος είχε συλληφθεί από τους Τούρκους τον Αύγουστο του 1922, αλλά διεσώθη και απέφυγε τα «Τάγματα Εργασίας». Το μαρτύριο του Αγίου Χρυσοστόμου το άκουσε από τα χείλη ενός Τουρκοκρητικού δεσμοφύλακος, ο οποίος είπε ότι πυροβόλησε και σκότωσε τον Ιεράρχη για να τον απαλλάξει από τα συνεχή βασανιστήρια. Ο Τουρκοκρητικός υπογράμμισε ότι είδε τον Άγιο Χρυσόστομο να ευλογεί με τα ματωμένα χέρια του και να συγχωρεί τους βασανιστές του. Ήταν μόνον 55 ετών. Δυστυχώς το άγιο λείψανό του  δεν έχει βρεθεί.